- ἀποκρυσταλλόομαι
- ἀποκρυσταλλόομαι, [voice] Pass.,A become all ice, Sch.Il.23.281.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀποκρυσταλλωθέντα — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice aor part mp neut nom/voc/acc pl ἀποκρυσταλλόομαι become all ice aor part mp masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρυσταλλοῦσθαι — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρυσταλλοῦται — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρυσταλλωθῆναι — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice aor inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρυσταλλωθέντες — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice aor part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκρυσταλλωθέντι — ἀποκρυσταλλόομαι become all ice aor part mp masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)